Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε η τοποθέτηση του Νίκου Τσάφου στη θέση του Υφυπουργού Ενέργειας της Ελλάδας, λόγω μιας παλαιότερης ανάρτησής του, στην οποία αναφερόταν στα κατεχόμενα της Κύπρου ως «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» (ΤΔΒΚ). Η αναφορά αυτή, που αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία, προκάλεσε κατακραυγή, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, με πολιτικούς και πολίτες να ζητούν εξηγήσεις και ακόμα και την απομάκρυνσή του από την κυβέρνηση.
Ο Νίκος Τσάφος και η απάντησή του στις αντιδράσεις
Ο ίδιος ο κ. Τσάφος έσπευσε να απαντήσει στις κατηγορίες, δηλώνοντας ότι αναγνωρίζει το λάθος του και ότι είχε διαγράψει τη συγκεκριμένη ανάρτηση ήδη από το 2020, όταν συνειδητοποίησε τη σοβαρότητά της. Παράλληλα, τόνισε ότι δεν επιτρέπει σε κανέναν να αμφισβητήσει τον πατριωτισμό του και την αφοσίωσή του στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Σε δήλωσή του ανέφερε:
«Δεν επιτρέπω σε κανέναν να αμφισβητεί τον πατριωτισμό μου και την αφοσίωσή μου στην πατρίδα και την Κύπρο. Επέστρεψα στην Ελλάδα το 2022 για να υπηρετήσω τη χώρα κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης που έχει αντιμετωπίσει η Ευρώπη.»
Παρά τις διευκρινίσεις του, οι αντιδράσεις δεν έπαυσαν, με πολλούς να τονίζουν πως η χρήση τέτοιων όρων δεν μπορεί να συγχωρεθεί τόσο εύκολα, ειδικά από κάποιον που κατέχει κυβερνητική θέση.
Η τοποθέτηση της κυβέρνησης – Παύλος Μαρινάκης: «Η κυβέρνηση καλύπτεται από τη δήλωσή του»
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, υπερασπίστηκε τον κ. Τσάφο, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση θεωρεί λήξαν το ζήτημα μετά τη διευκρίνιση που παρείχε ο ίδιος.
«Ο κ. Τσάφος αναγνώρισε το λάθος του, η κυβέρνηση καλύπτεται από τη δήλωσή του. Επανέλαβε ότι υπηρετεί τις πάγιες ελληνικές θέσεις για την Κύπρο και τα διαχρονικά ελληνικά συμφέροντα.»
Παράλληλα, ο πρώην υπουργός Ναυτιλίας, Χρήστος Στυλιανίδης, υπερασπίστηκε επίσης τον Νίκο Τσάφο, χαρακτηρίζοντάς τον ως έναν διακεκριμένο επιστήμονα στον τομέα της ενέργειας, που έχει μεγάλη αναγνώριση σε Ευρώπη και Αμερική.
«Αυτή η στοχοποίηση είναι μια ανούσια ανθρωποφαγία. Ο Νίκος Τσάφος είναι ένας ειδικός στην ενέργεια και είναι άδικο να κρίνεται για ένα λάθος που αναγνώρισε.»
Οι πολιτικές αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν στην Ελλάδα. Στην Κύπρο, η υπόθεση αυτή προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερη αίσθηση. Ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρίστος Ορφανίδης, έστειλε επιστολή στον Έλληνα Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, χαρακτηρίζοντας «απαράδεκτη» την αναφορά του κ. Τσάφου στα κατεχόμενα ως «ΤΔΒΚ» και ζητώντας την απομάκρυνσή του από την ελληνική κυβέρνηση.
Επίσης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Ζαχαριάδης, κατέκρινε τη χρήση της συγκεκριμένης ορολογίας, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για μια αναφορά που χρησιμοποιείται μόνο από την Τουρκία και είναι σε αντίθεση με τις επίσημες ελληνικές θέσεις.
Αντίστοιχα, ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Καραμέρος, υποστήριξε ότι ο κ. Τσάφος δεν πρέπει να κατέχει κυβερνητική θέση, δεδομένου του λάθους του στο παρελθόν.
Η σημασία της υπόθεσης – Γιατί προκάλεσε τόσο μεγάλες αντιδράσεις;
Το Κυπριακό είναι ένα από τα πιο ευαίσθητα εθνικά ζητήματα τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο. Η χρήση του όρου «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» θεωρείται, από την ελληνική και κυπριακή πλευρά, ως έμμεση αναγνώριση της παράνομης κατοχής των κυπριακών εδαφών. Επομένως, κάθε δημόσιο πρόσωπο – και ιδιαίτερα κυβερνητικό στέλεχος – που χρησιμοποιεί αυτή την ορολογία, έστω και παλαιότερα, έρχεται αντιμέτωπο με σφοδρές αντιδράσεις.
Η κυβέρνηση φαίνεται να επιθυμεί να κλείσει το θέμα, θεωρώντας πως η παραδοχή του λάθους από τον κ. Τσάφο είναι αρκετή. Ωστόσο, το πολιτικό κόστος αυτής της υπόθεσης δεν μπορεί να αγνοηθεί, καθώς η κοινή γνώμη στην Κύπρο συνεχίζει να παρακολουθεί με ιδιαίτερη ευαισθησία το ζήτημα.
Η υπόθεση του Νίκου Τσάφου αναδεικνύει για ακόμη μια φορά τη λεπτότητα του Κυπριακού ζητήματος και τη σημασία της γλώσσας που χρησιμοποιούν τα δημόσια πρόσωπα. Ενώ ο ίδιος έχει αναγνωρίσει το λάθος του, οι αντιδράσεις από την Κύπρο αποδεικνύουν ότι η ιστορική μνήμη και ο σεβασμός στην εθνική πολιτική γραμμή είναι στοιχεία που δεν μπορούν εύκολα να παραβλεφθούν.
Το ερώτημα που παραμένει είναι κατά πόσο η κυβέρνηση θα μπορέσει να διαχειριστεί την κατάσταση χωρίς περαιτέρω πολιτικό κόστος, δεδομένου ότι η πίεση από την Κύπρο συνεχίζεται.