Polisis.eakiniton.llada

Η Ελλάδα στο «σφυρί»: Πώς οι ξένοι επενδυτές και το ανεξέλεγκτο Airbnb αλλάζουν το πρόσωπο της χώρας

Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ελλάδα αποτέλεσε ελκυστικό προορισμό για εκατομμύρια τουρίστες. Όμως, σταδιακά, εξελίσσεται και σε προορισμό για μόνιμους επενδυτές ακινήτων. Η κρίση, σε συνδυασμό με τις ευκαιρίες που δημιούργησε στη στεγαστική αγορά, άνοιξε τον δρόμο για τη μαζική αγορά κατοικιών από αλλοδαπούς – άλλοτε μεμονωμένα, άλλοτε μέσω οργανωμένων συμφερόντων. Παράλληλα, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, κυρίως μέσω Airbnb, έχει προκαλέσει έντονες κοινωνικές και οικονομικές αναταράξεις. Πίσω από τους αριθμούς και τα ποσοστά, βρίσκεται μια αθέατη αλλά υπαρκτή μεταμόρφωση: μια χώρα που βλέπει τις γειτονιές της να αλλάζουν χέρια και χαρακτήρα, πολλές φορές χωρίς έλεγχο, σχεδιασμό ή μακροπρόθεσμο όφελος για τον κάτοικό της.

Η χρυσή αγορά των αλλοδαπών: Το real estate ως «παράθυρο» μόνιμης εγκατάστασης

Με αφορμή την προσφορά προγραμμάτων όπως η Golden Visa, η οποία επιτρέπει την παραμονή στην Ελλάδα σε όσους επενδύουν ποσά άνω των 250.000 ευρώ, χιλιάδες πολίτες τρίτων χωρών προχωρούν στην αγορά ακινήτων. Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο εύπορους Κινέζους και Ρώσους, όπως συνέβαινε στα πρώτα χρόνια του προγράμματος, αλλά πλέον περιλαμβάνει Βαλκάνιους πολίτες, Τούρκους επιχειρηματίες, καθώς και πολίτες της Δυτικής Ευρώπης που εγκαθίστανται στην Ελλάδα, είτε για επαγγελματικούς λόγους είτε για να εκμεταλλευτούν τη βραχυχρόνια μίσθωση.

Πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Καβάλα, αλλά και περιοχές της Χαλκιδικής, της Κρήτης και των Κυκλάδων έχουν δει τεράστια αύξηση στη ζήτηση για κατοικίες από αλλοδαπούς. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα περιοχών της Βόρειας Ελλάδας, όπου Βούλγαροι και Ρουμάνοι επενδυτές αγοράζουν διαμερίσματα κατά δεκάδες, αυξάνοντας τεχνητά τις τιμές και συχνά μετατρέποντάς τα σε παραθεριστικά καταλύματα χωρίς φορολογική διαφάνεια.

Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η δραστηριότητα σε παραμεθόριες περιοχές. Στη Θράκη και σε νησιά του Αιγαίου παρατηρείται το φαινόμενο του «σιωπηλού εποικισμού», όπως καταγγέλλουν τοπικοί παράγοντες. Τούρκικες εταιρείες, υπό την κάλυψη ευρωπαϊκών νομικών προσώπων, αγοράζουν εκτάσεις και κατοικίες σε ακριτικές ζώνες, προκαλώντας προβληματισμό για τις γεωπολιτικές διαστάσεις αυτών των κινήσεων.

Το Airbnb ως σύγχρονη μάστιγα: Από την τουριστική ανάπτυξη στην κοινωνική ανισότητα

Η παράλληλη έκρηξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων έχει προσθέσει ένα ακόμα στρώμα πίεσης στην αγορά ακινήτων. Η Airbnb, αλλά και άλλες παρόμοιες πλατφόρμες, προσφέρουν ευκαιρίες εισοδήματος για ιδιοκτήτες, όμως ταυτόχρονα οδηγούν σε σημαντικές στρεβλώσεις: αυξάνουν τις τιμές ενοικίων, περιορίζουν δραματικά τη διαθεσιμότητα κατοικιών για μακροχρόνια χρήση και αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία των αστικών κέντρων.

Σε πολλές συνοικίες της Αθήνας, όπως το Κουκάκι, τα Πετράλωνα, αλλά και περιοχές γύρω από την Ακρόπολη, τα περισσότερα διαμερίσματα έχουν μετατραπεί σε τουριστικά καταλύματα. Το ίδιο συμβαίνει και στα Χανιά, την Πάρο, τη Νάξο, ακόμα και σε μικρά χωριά που προσελκύουν θερινούς επισκέπτες. Οι μόνιμοι κάτοικοι εκτοπίζονται και οι νέοι άνθρωποι δυσκολεύονται να βρουν στέγη σε λογικές τιμές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλο ποσοστό αυτών των καταλυμάτων δεν δηλώνεται στις φορολογικές αρχές. Ο «μαύρος» τζίρος από τη βραχυχρόνια μίσθωση ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ ετησίως, στερώντας από το Δημόσιο πολύτιμους πόρους. Η ελλιπής εποπτεία και ο ανεπαρκής έλεγχος επιτρέπουν σε παράνομους διαχειριστές να δρουν ανεμπόδιστα, εις βάρος των έντιμων επαγγελματιών του τουρισμού και της εστίασης.


Όλα τα παραπάνω δεν είναι απλά οικονομικές εξελίξεις. Είναι κοινωνικές αναταραχές που χτυπούν τους πιο αδύναμους. Οι νέοι δεν μπορούν να νοικιάσουν. Οι φοιτητές εγκαταλείπουν κεντρικά διαμερίσματα λόγω κόστους. Οι ηλικιωμένοι γείτονες νιώθουν ξένοι στις ίδιες τους τις πολυκατοικίες, καθώς κάθε εβδομάδα αλλάζουν οι «ένοικοι». Το παραδοσιακό αστικό τοπίο μεταμορφώνεται σε μια απρόσωπη τουριστική ρέπλικα, όπου η καθημερινότητα χάνεται κάτω από τη φρενήρη κερδοσκοπία.

Την ίδια στιγμή, οι δήμοι δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες υποδομών, καθώς οι πληθυσμιακές μεταβολές δεν καταγράφονται σε επίσημα στοιχεία. Οι δρόμοι, οι υπηρεσίες, η καθαριότητα, τα σχολεία και τα νοσοκομεία επιβαρύνονται από χρήσεις που δεν είχαν προβλεφθεί. Κι όλα αυτά, με τις τοπικές κοινωνίες να παρακολουθούν αμήχανα τη ραγδαία απορρύθμιση της καθημερινότητάς τους.


Η Ελλάδα δεν πωλείται – ή τουλάχιστον, δεν θα έπρεπε να πωλείται χωρίς όρους, χωρίς όρια και χωρίς σχέδιο. Οι επενδύσεις μπορούν να είναι ωφέλιμες, ο τουρισμός απαραίτητος, και η βραχυχρόνια μίσθωση ένα μοντέρνο εργαλείο. Όμως όταν όλα λειτουργούν ανεξέλεγκτα, εις βάρος της κοινωνικής συνοχής, τότε η πρόοδος γίνεται απειλή. Η χώρα κινδυνεύει να μετατραπεί σε τουριστικό πάρκο για λίγους και πανάκριβους επισκέπτες, την ώρα που οι κάτοικοί της δεν θα μπορούν να ζήσουν ούτε στις ίδιες τους τις γειτονιές.

Αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση, νομοθετική παρέμβαση και κοινωνική ευθύνη. Ρύθμιση της αγοράς, προστασία των ευάλωτων ομάδων, έλεγχος των παράνομων δραστηριοτήτων και –κυρίως– στρατηγικός σχεδιασμός που θα εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει ξένη για τους Έλληνες. Γιατί μια χώρα δεν είναι μόνο το έδαφος της, αλλά και οι άνθρωποί της.

Facebook
Twitter
LinkedIn