Το νέο ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο υιοθετήθηκε μόλις έξι μήνες πριν, φαίνεται να μην έχει καταφέρει να σταθεροποιήσει την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην παράτυπη μετανάστευση. Η συνεχιζόμενη άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και η αβεβαιότητα λόγω της κρίσης στη Μέση Ανατολή έχουν εντείνει την πίεση προς τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να λάβουν πιο αυστηρά μέτρα.
Η Γερμανία ήταν από τις πρώτες χώρες που αποφάσισαν να επαναφέρουν τους συνοριακούς ελέγχους, κάτι που προκάλεσε μια ευρύτερη αλλαγή στάσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η κίνηση φαίνεται να πυροδότησε μια συζήτηση για πιο δραστικούς τρόπους αντιμετώπισης της μεταναστευτικής κρίσης, ενώ ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 17 Οκτωβρίου, έχει ήδη ξεκινήσει μια πρωτοβουλία δεκατεσσάρων κρατών-μελών. Αυτό το non-paper, που εστάλη προς την Κομισιόν, αποτελεί πρόταση για την αναθεώρηση του κανονισμού των επιστροφών που έχει μπλοκαριστεί από το 2018. Η πρωτοβουλία προωθήθηκε από την Ολλανδία και την Αυστρία και στηρίζεται από χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ελλάδα και άλλες. Στο επίκεντρο της πρότασης είναι η επιβολή νέων κανονισμών που θα τιμωρούν την έλλειψη συνεργασίας από υπηκόους τρίτων χωρών που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής.
Η προσέγγιση αυτή έχει προκαλέσει συζητήσεις για το πώς μπορεί η Ε.Ε. να διαχειριστεί το θέμα της παράτυπης μετανάστευσης, παραμένοντας ταυτόχρονα εντός των ορίων του διεθνούς δικαίου. Παράλληλα, αρκετές χώρες, όπως η Γερμανία, επιδιώκουν να αναπαράγουν το μοντέλο της συμφωνίας Ιταλίας-Αλβανίας, όπου προβλέπεται η μεταφορά μεταναστών σε χώρους εκτός της Ε.Ε. Το ζήτημα αυτό δεν είναι απλό. Οι προτάσεις που γίνονται συχνά αφορούν τη δημιουργία συμφωνιών με τρίτες χώρες, όμως παραμένει ανοιχτό το ζήτημα της συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι λύσεις που προτείνονται πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες ασφάλειας των κρατών-μελών, χωρίς όμως να παραβιάζουν θεμελιώδεις αξίες όπως η προστασία των προσφύγων.
Η συζήτηση για το μεταναστευτικό ζήτημα παραμένει ανοιχτή και η Ευρώπη καλείται να βρει μια ισορροπία μεταξύ ασφάλειας και αλληλεγγύης, με την πίεση να αυξάνεται καθημερινά, καθώς οι προκλήσεις του μεταναστευτικού ζητήματος δεν φαίνεται να υποχωρούν σύντομα.