Η τιμή του ελαιολάδου παρουσιάζει σημαντική διαφορά μεταξύ του ποσού που λαμβάνει ο παραγωγός και της τιμής που πληρώνει ο καταναλωτής στα καταστήματα. Συγκεκριμένα, οι παραγωγοί πωλούν το ελαιόλαδο σε τιμές που κυμαίνονται από 4,50€ έως 5,70€ ανά λίτρο, ενώ στα σούπερ μάρκετ η τιμή φτάνει τα 11,90€ έως 15,50€ ανά λίτρο.
Αυτή η διαφορά οφείλεται σε διάφορους παράγοντες:
- Αλυσίδα διανομής: Το ελαιόλαδο περνά από τον παραγωγό στο ελαιοτριβείο, στη συνέχεια στον χονδρέμπορο, τον τυποποιητή, τον μεταφορέα και τέλος στον λιανοπωλητή. Κάθε στάδιο προσθέτει κόστος, αυξάνοντας την τελική τιμή για τον καταναλωτή.
- Αποθέματα προηγούμενων ετών: Ορισμένοι έμποροι διαθέτουν αποθέματα ελαιολάδου που αγοράστηκαν σε υψηλότερες τιμές παραγωγού, γεγονός που τους ωθεί να διατηρούν υψηλές τις λιανικές τιμές για να μην υποστούν ζημίες.
- Κόστη παραγωγής: Οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν αυξημένα έξοδα, όπως υψηλά ημερομίσθια (έως 80€), κόστος λιπασμάτων και ενέργειας, που επηρεάζουν την τιμή πώλησης του ελαιολάδου.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα για την περίοδο 2024-2025 αναμένεται να φτάσει τους 250.000 τόνους, σημειώνοντας αύξηση 42,9% σε σχέση με τους 175.000 τόνους της προηγούμενης περιόδου.
Ωστόσο, παρά την αυξημένη παραγωγή, οι τιμές στο ράφι παραμένουν υψηλές, γεγονός που αποδίδεται στη διατήρηση των αποθεμάτων και στα αυξημένα κόστη παραγωγής.
Επιπλέον, η παρατεταμένη ανομβρία έχει επηρεάσει αρνητικά την απόδοση των ελαιόδεντρων, προκαλώντας ποσοτικές και ποιοτικές ζημιές στην παραγωγή. Αυτό, σε συνδυασμό με τα υψηλά κόστη παραγωγής, όπως τα ημερομίσθια που φτάνουν έως και τα 80€, συμβάλλει στη διαμόρφωση των τιμών.
Συνολικά, η μεγάλη “ψαλίδα” μεταξύ τιμής παραγωγού και καταναλωτή οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, όπως η πολυπλοκότητα της αλυσίδας διανομής, τα αποθέματα προηγούμενων ετών, τα αυξημένα κόστη παραγωγής και οι κλιματικές συνθήκες που επηρεάζουν την παραγωγή.