Mathimatika

Καμπανάκι για την ανταγωνιστικότητα: Οι χαμηλές επιδόσεις στα Μαθηματικά και η δεινή θέση της Ελλάδας

Οι χαμηλές επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στα Μαθηματικά, όπως καταγράφονται στις διεθνείς αξιολογήσεις, αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση PISA 2022 του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 44η θέση ανάμεσα σε 79 χώρες, με μέσο όρο επίδοσης 430, χαμηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, που είναι 490. Επιπλέον, πάνω από το 35% των μαθητών δεν καταφέρνουν να επιτύχουν τις βασικές δεξιότητες στα Μαθηματικά, γεγονός που αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για τη μελλοντική τους πορεία.

Οι επιδόσεις αυτές έχουν σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία. Η έλλειψη βασικών γνώσεων στα Μαθηματικά περιορίζει τις δυνατότητες των νέων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς εργασίας. Ειδικότητες όπως η τεχνολογία, η επιστήμη των δεδομένων, η μηχανική και άλλοι τομείς υψηλής ειδίκευσης βασίζονται σε ισχυρές μαθηματικές δεξιότητες. Η Ελλάδα, λόγω αυτής της έλλειψης, δυσκολεύεται να προσελκύσει επενδύσεις σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, γεγονός που μειώνει τη γενικότερη παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της.

Παράλληλα, το πρόβλημα έχει και κοινωνικές προεκτάσεις. Οι χαμηλές επιδόσεις στα Μαθηματικά ενισχύουν τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς οι μαθητές από μειονεκτούσες κοινωνικοοικονομικές ομάδες είναι πιθανότερο να έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε πόρους που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εκπαίδευσή τους. Αυτή η κατάσταση περιορίζει την κοινωνική κινητικότητα και αυξάνει τις ευκαιρίες αποκλεισμού από την αγορά εργασίας, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο ανισοτήτων.

Μεταξύ των αιτιών του προβλήματος, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα κατέχει κεντρική θέση. Η διδασκαλία βασίζεται σε αποστήθιση και όχι στην κατανόηση της λογικής πίσω από τους μαθηματικούς τύπους, ενώ οι ώρες που αφιερώνονται στα Μαθηματικά είναι λιγότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί συχνά δεν λαμβάνουν την απαραίτητη επιμόρφωση σε σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, ενώ η χρήση ψηφιακών εργαλείων για την ενίσχυση της μαθησιακής διαδικασίας είναι περιορισμένη.

Η πανδημία COVID-19 επιδείνωσε την κατάσταση, με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση να αναδεικνύει τις αδυναμίες του συστήματος. Πολλοί μαθητές δεν είχαν πρόσβαση σε κατάλληλο εξοπλισμό ή σύνδεση στο διαδίκτυο, γεγονός που οδήγησε σε απώλειες μάθησης και περαιτέρω πτώση των επιδόσεών τους. Η Ελλάδα παρουσίασε μεγαλύτερη πτώση από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη για άμεση παρέμβαση.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτείται αναθεώρηση του εκπαιδευτικού συστήματος. Είναι απαραίτητη η εισαγωγή πρακτικών και διαδραστικών μεθόδων διδασκαλίας που ενθαρρύνουν την κριτική σκέψη και τη λογική κατανόηση. Παράλληλα, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε σύγχρονες διδακτικές μεθόδους και η αύξηση των επενδύσεων στην εκπαίδευση είναι καίριας σημασίας. Η Ελλάδα επενδύει μόλις το 4% του ΑΕΠ στην εκπαίδευση, ποσοστό χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (5%), γεγονός που πρέπει να αλλάξει άμεσα.

Η χρήση τεχνολογίας στην εκπαίδευση μπορεί να ενισχύσει την κατανόηση των μαθητών. Εφαρμογές και λογισμικά που προσομοιώνουν μαθηματικές έννοιες ή ενσωματώνουν εκπαιδευτικά παιχνίδια μπορούν να κάνουν τη μάθηση πιο ελκυστική και αποτελεσματική. Τέτοιες προσεγγίσεις έχουν αποδειχθεί επιτυχημένες σε χώρες όπως η Φινλανδία και η Σιγκαπούρη.

Συμπερασματικά, οι χαμηλές επιδόσεις στα Μαθηματικά αποτελούν σοβαρό εμπόδιο για την ανάπτυξη της Ελλάδας. Η βελτίωση των επιδόσεων δεν αφορά μόνο το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και τη συνολική κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Η εφαρμογή άμεσων και στοχευμένων μέτρων είναι κρίσιμη για τη διασφάλιση ενός καλύτερου μέλλοντος για τους μαθητές και την κοινωνία γενικότερα.

Facebook
Twitter
LinkedIn