Η εκπαίδευση δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Δεν περιορίζεται στην αποστήθιση, ούτε αποτελεί ένα απλό σύνολο σελίδων προς εξέταση. Είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας που θέλουμε να οικοδομήσουμε. Έτσι, κάθε αλλαγή στα σχολικά βιβλία συνιστά πολιτική και ιδεολογική πράξη. Μια τέτοια πράξη πυροδότησε, τις τελευταίες ημέρες, δημόσιο διάλογο, κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις και αντιδράσεις εκπαιδευτικών: το Υπουργείο Παιδείας αφαίρεσε από το σχολικό βιβλίο της Γ’ Γυμνασίου το κείμενο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου που αναφερόταν στην Ιντιφάντα, και το αντικατέστησε με ένα γενικόλογο αφήγημα, δημιουργημένο με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης.
Μια κίνηση που δεν έμεινε αναπάντητη – και που θέτει καίρια ερωτήματα για τον ρόλο της Τεχνητής Νοημοσύνης στην εκπαίδευση, την ελευθερία της έκφρασης, και τον τρόπο που επιλέγουμε να “διηγηθούμε” στα παιδιά την ιστορία του κόσμου.
Για πάνω από μια δεκαετία, οι μαθητές της Γ’ Γυμνασίου διάβαζαν στο βιβλίο Νεοελληνικής Γλώσσας το κείμενο του γνωστού δημοσιογράφου Πέτρου Παπακωνσταντίνου, υπό τον τίτλο «Μια γενιά που της έκλεψαν το χαμόγελο». Στο κείμενο, ο συγγραφέας δεν καταλαμβάνει καμία ακραία θέση – αντίθετα, με λυρικό λόγο περιγράφει την καθημερινότητα των παιδιών στην Παλαιστίνη την εποχή της Πρώτης Ιντιφάντα, μιας λαϊκής εξέγερσης ενάντια στην ισραηλινή κατοχή. Μέσα από εικόνες παιχνιδιών, σχολικών αναμνήσεων και φόβου, ο Παπακωνσταντίνου επιχειρεί να μεταφέρει στους αναγνώστες τον εσωτερικό κόσμο αυτών των παιδιών – και να αναδείξει πώς η βία χαράσσει ανεξίτηλα τα πρόσωπα της αθωότητας.
Το Υπουργείο Παιδείας, ωστόσο, αποφάσισε αιφνιδιαστικά να αποσύρει το κείμενο από τη διδακτέα ύλη και να το αντικαταστήσει με νέο κείμενο. Η απόφαση δεν συνοδεύτηκε από δημόσια αιτιολόγηση ή επίσημη ανακοίνωση· απλώς το νέο κείμενο εμφανίστηκε στο ανανεωμένο εκπαιδευτικό υλικό για το 2025.
Το νέο κείμενο και η χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης
Το νέο κείμενο, με τίτλο «Τα παιδιά μπορεί να μεγαλώνουν διαφορετικά», είναι, όπως δηλώνεται, προϊόν Τεχνητής Νοημοσύνης. Πρόκειται για ένα γενικό αφήγημα, χωρίς ονόματα, τοπωνύμια ή ιστορικές αναφορές. Περιγράφει παιδιά που ζουν σε εμπόλεμες περιοχές, αλλά χωρίς να προσδιορίζει πού, πότε και γιατί. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στη λέξη “πόλεμος”, ούτε στις έννοιες “κατοχή”, “αντίσταση” ή “δικαιοσύνη”.
Το περιεχόμενο του κειμένου θυμίζει περισσότερο μια γενική περιγραφή δυσκολιών της παιδικής ηλικίας, αποστειρωμένο από κάθε ιστορικό ή πολιτικό φορτίο. Το μόνο ξεκάθαρο είναι η αναφορά στο ότι γράφτηκε «μέσω εφαρμογής Τεχνητής Νοημοσύνης», χωρίς όμως να διευκρινίζεται ποιο σύστημα χρησιμοποιήθηκε, ποιος το επιμελήθηκε, ή αν υπήρξε εκπαιδευτική και γλωσσική επιμέλεια.
Οι αντιδράσεις
Η απόφαση αυτή προκάλεσε κύμα αντιδράσεων από εκπαιδευτικούς, φιλολόγους, γονείς αλλά και πολιτικούς. Πολλοί εκπαιδευτικοί μίλησαν για «λογοκρισία», ενώ άλλοι επισήμαναν ότι η ουδετερότητα, όταν εφαρμόζεται επιλεκτικά, γίνεται μορφή αποσιώπησης και παραπλάνησης. Όπως σημείωσε φιλόλογος από την Αθήνα:
«Δεν αφαιρέθηκε απλώς ένα κείμενο. Αφαιρέθηκε μια φωνή. Μια πραγματικότητα που τα παιδιά έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν, να κατανοούν και να κρίνουν μόνα τους».
Ο ίδιος ο συγγραφέας του αρχικού κειμένου, Πέτρος Παπακωνσταντίνου, χαρακτήρισε την αφαίρεση ως μια πολιτική πράξη λογοκρισίας που υποκρύπτει εξωτερικές πιέσεις και διπλωματικές σκοπιμότητες. Τόνισε ότι το κείμενό του γράφτηκε με στόχο να δείξει την ανθρωπιά και όχι να κατευθύνει συνειδήσεις, και εξέφρασε την ανησυχία του για το ότι το σχολείο αφαιρεί πια τα κείμενα που συγκινούν ή προκαλούν σκέψη.
Η υπόθεση πήρε και πολιτικές διαστάσεις. Η βουλευτής Κυριακή Μάλαμα (ΣΥΡΙΖΑ) κατέθεσε ερώτηση προς την Υπουργό Παιδείας, ζητώντας εξηγήσεις για:
- τους λόγους που οδήγησαν στην αφαίρεση του συγκεκριμένου κειμένου,
- τη διαδικασία επιλογής του νέου περιεχομένου,
- και την πολιτική κατεύθυνση της χρήσης AI στην εκπαίδευση.
Όπως αναφέρει στην ερώτησή της, πρόκειται για μια ανησυχητική μετάβαση προς την “τεχνοκρατική σιωπή”, όπου η ανθρώπινη εμπειρία αντικαθίσταται από προγραμματισμένες λέξεις χωρίς ψυχή, και η ιστορία μετατρέπεται σε ένα ομογενοποιημένο αφήγημα χωρίς βάθος.
Πίσω από την απόφαση – Τεχνητή Νοημοσύνη ή Τεχνητή Λήθη;
Η χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης στην εκπαίδευση μπορεί πράγματι να προσφέρει νέες δυνατότητες. Όμως όταν η AI χρησιμοποιείται για να αντικαταστήσει ιστορικά φορτισμένα και ανθρώπινα κείμενα με αφηρημένα και αποστειρωμένα προϊόντα, τότε δεν μιλάμε για πρόοδο. Μιλάμε για παραχάραξη. Για τεχνητή λήθη.
Το σχολείο δεν είναι χώρος απλής μετάδοσης πληροφοριών. Είναι χώρος καλλιέργειας ευαισθησίας, ενσυναίσθησης, ιστορικής συνείδησης. Ένα παιδί που μαθαίνει να “μην βλέπει” την αδικία, την καταπίεση και τον ανθρώπινο πόνο, δεν θα μάθει ποτέ να υπερασπίζεται τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του άλλου.
Το σχολικό βιβλίο δεν είναι ουδέτερος τόπος. Είναι πολιτισμικός καθρέφτης. Η αφαίρεση ενός κειμένου για την Ιντιφάντα και η αντικατάστασή του από ένα κείμενο γεννημένο από αλγόριθμο δεν είναι απλώς αλλαγή ύλης. Είναι μια αλλαγή φιλοσοφίας. Από τη ζωντανή εμπειρία στην ουδέτερη γλώσσα. Από το δάκρυ της μαρτυρίας στο χαμόγελο του «όλοι το ίδιο είμαστε».
Όμως δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Και αυτό πρέπει να συνεχίσουμε να το λέμε στα παιδιά μας, όσο δύσκολο κι αν είναι. Όσο κι αν κάποιοι προτιμούν τη σιωπή.