Η Σαντορίνη, ένα από τα πιο εμβληματικά νησιά του Αιγαίου, με το μοναδικό ηφαιστειακό τοπίο και την ανυπέρβλητη ομορφιά της καλδέρας, φέρει στο σώμα της σημάδια μιας ιστορίας βαθιάς και πολλές φορές τραγικής. Μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες αυτής της ιστορίας γράφτηκε τα ξημερώματα της 9ης Ιουλίου 1956, όταν ένα φονικό σεισμικό φαινόμενο και το τσουνάμι που το ακολούθησε έπληξαν όχι μόνο τη Σαντορίνη, αλλά και μεγάλο μέρος του νότιου Αιγαίου. Ήταν ο ισχυρότερος σεισμός του 20ού αιώνα που καταγράφηκε στην Ελλάδα και μία από τις χειρότερες φυσικές καταστροφές που γνώρισε η χώρα.
Το γεγονός δεν άφησε μόνο ερείπια και απώλειες πίσω του, αλλά και βαθιά τραύματα στις τοπικές κοινωνίες, μεταβάλλοντας ριζικά το τοπίο και τη ζωή των ανθρώπων. Σε αυτό το αφιέρωμα, επιστρέφουμε στη δραματική εκείνη ημέρα, φωτίζοντας όχι μόνο το τι συνέβη, αλλά και τις επιπτώσεις που διαμόρφωσαν το νησί όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Η καταστροφή ξεκινά: Σεισμός μεγέθους 7,7 Ρίχτερ
Ήταν λίγο μετά τις 5 το πρωί όταν ολόκληρο το νότιο Αιγαίο συγκλονίστηκε από μια πρωτοφανή δόνηση. Ο κύριος σεισμός, που καταγράφηκε με μέγεθος 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, είχε επίκεντρο κοντά στην Αμοργό, αλλά οι συνέπειές του εξαπλώθηκαν με αστραπιαία ταχύτητα σε όλα τα Κυκλαδονήσια και ιδιαίτερα στη Σαντορίνη. Η δόνηση έγινε αισθητή μέχρι την Αθήνα και την Κρήτη, ενώ μέσα σε λίγα λεπτά ακολούθησε ισχυρός μετασεισμός, περίπου 7,2 Ρίχτερ, προσθέτοντας καταστροφή πάνω στην ήδη τραυματισμένη γη.
Το φαινόμενο ήταν τόσο έντονο που σε πολλά σημεία της Σαντορίνης σημειώθηκαν κατολισθήσεις, ενώ η χαρακτηριστική γεωμορφολογία του νησιού – τα απότομα βράχια της καλδέρας – επιδείνωσε τη φονικότητα των καταπτώσεων.
Το φονικό τσουνάμι
Όμως ο πραγματικός όλεθρος δεν περιορίστηκε στον σεισμό. Μόλις λίγα λεπτά αργότερα, ένα ισχυρό τσουνάμι έπληξε την ανατολική πλευρά της Σαντορίνης και τις γύρω περιοχές. Στην Περίσσα, τα κύματα έφτασαν σε ύψος 3 μέτρων, παρασύροντας καΐκια, καταστρέφοντας παραθαλάσσια σπίτια και σπέρνοντας τον πανικό. Στην Αμοργό, το ύψος των κυμάτων εκτιμήθηκε στα 30 μέτρα – το υψηλότερο καταγεγραμμένο τσουνάμι στη Μεσόγειο τον τελευταίο αιώνα.
Αιτία του τσουνάμι, σύμφωνα με σύγχρονες γεωλογικές μελέτες, ήταν ένας υποθαλάσσιος σεισμικός θραυσματισμός μήκους περίπου 75 χιλιομέτρων με μετατόπιση του βυθού έως και 16 μέτρων. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν πως η μορφολογία του θαλάσσιου εδάφους, σε συνδυασμό με τις κατολισθήσεις που προκάλεσε η σεισμική δόνηση, συνέβαλαν στο να δημιουργηθεί αυτό το καταστροφικό κύμα.
Απώλειες και καταστροφή
Η καταγραφή της καταστροφής αποτυπώνει το μέγεθος της τραγωδίας: 53 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, περισσότεροι από 100 τραυματίστηκαν, ενώ χιλιάδες έμειναν άστεγοι. Στη Σαντορίνη, 529 κατοικίες καταστράφηκαν ολοσχερώς, 1.482 υπέστησαν σοβαρές ζημιές και περισσότερες από 1.700 ακόμα υπέστησαν ελαφρές βλάβες. Ιδιαίτερα επλήγησαν τα Φηρά, η Οία, το Ημεροβίγλι και η Έξω Γωνιά. Εκκλησίες, σχολεία, δημόσια κτήρια και υποδομές καταστράφηκαν ή έπαψαν να λειτουργούν.
Οι ζημιές επεκτάθηκαν και σε άλλα νησιά, όπως η Ίος, η Νάξος, η Πάρος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Πάτμος και η Αστυπάλαια, όπου οι επιπτώσεις ήταν επίσης σοβαρές.
Η καταστροφή κινητοποίησε αμέσως τον κρατικό μηχανισμό και τον στρατό, αν και τα μέσα ήταν πενιχρά. Η ελληνική κυβέρνηση, υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, έστειλε συνεργεία και προχώρησε στην αποστολή στρατιωτικών αεροσκαφών με ανθρωπιστική βοήθεια. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε τη Σαντορίνη πέντε μέρες αργότερα, στις 14 Ιουλίου, διαπιστώνοντας το μέγεθος της τραγωδίας από κοντά.
Παράλληλα, προσφέρθηκαν βοήθεια και από το εξωτερικό. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις – όπως με την πρόταση του Ηνωμένου Βασιλείου – η βοήθεια δεν έγινε αποδεκτή λόγω των πολιτικών εντάσεων εκείνης της εποχής (κυρίως λόγω του Κυπριακού ζητήματος).
Οι συνέπειες για το νησί και η μακροχρόνια πληγή
Η επόμενη μέρα βρήκε τη Σαντορίνη βαθιά τραυματισμένη. Ο πληθυσμός μειώθηκε δραστικά, καθώς πολλοί αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Αθήνα ή στο εξωτερικό. Η ανοικοδόμηση έγινε με αργούς ρυθμούς, και για δεκαετίες το νησί παρέμεινε σκιά του εαυτού του. Το τουριστικό κύμα που άρχισε από τη δεκαετία του ’80 και μετά έφερε νέα ζωή στη Σαντορίνη, όμως η μνήμη του 1956 δεν έσβησε ποτέ.
Η τραγωδία αποτέλεσε επίσης έναυσμα για καλύτερη μελέτη της σεισμικότητας του Αιγαίου, ενώ το γεγονός παραμένει σημείο αναφοράς στη σεισμολογία και στην έρευνα για τα μεσογειακά τσουνάμι.
Η 9η Ιουλίου 1956 δεν είναι απλώς μια επέτειος μιας φυσικής καταστροφής. Είναι μια διαρκής υπενθύμιση του πόσο εύθραυστο είναι το ανθρώπινο έργο μπροστά στη δύναμη της φύσης. Η Σαντορίνη, σύμβολο ομορφιάς και τουριστικής ανάπτυξης, φέρει μέσα της μια ιστορία πόνου και αντοχής.
Η μνήμη των θυμάτων, η συλλογική εμπειρία των κατοίκων και η δύναμη με την οποία το νησί κατάφερε να ξανασταθεί στα πόδια του, μας καλούν να θυμόμαστε, να σεβόμαστε και να προετοιμαζόμαστε. Διότι ο σεισμός δεν είναι μονάχα μια φυσική διαδικασία. Είναι και μια κοινωνική πρόκληση, που απαιτεί συνείδηση, πρόληψη και αλληλεγγύη.