Οι νέοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαταλείπουν το πατρικό τους κατά μέσο όρο στα 26,2 έτη. Για την Ελλάδα, όμως, η εικόνα είναι αρκετά πιο σκοτεινή: οι νέοι «ανοίγουν φτερά» μετά τα 30, κατατάσσοντας τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης μαζί με κράτη των Δυτικών Βαλκανίων και της Νότιας Ευρώπης. Τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat αναζωπυρώνουν τη συζήτηση για την προσιτή στέγαση, τις αμοιβές και τη μετάβαση στην ενηλικίωση.
Το ευρωπαϊκό «μέσο»: 26,2 έτη, με ισχυρές γεωγραφικές διαφοροποιήσεις
Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2024 η μέση ηλικία αποχώρησης από την πατρική εστία στην ΕΕ ήταν 26,2 έτη (ελαφρά χαμηλότερη από 26,3 το 2023). Ο «χάρτης» όμως δεν είναι ομοιόμορφος: οι χαμηλότερες ηλικίες καταγράφονται στον Βορρά — Φινλανδία 21,4, Δανία 21,7, Σουηδία 21,9 έτη — ενώ οι υψηλότερες συγκεντρώνονται κυρίως στον Νότο και την Ανατολή — Κροατία 31,3, Σλοβακία 30,9, Ελλάδα 30,7, Ιταλία 30,1, Ισπανία 30,0.
Η Ελλάδα ως «αρνητικό παράδειγμα»
Με μέση ηλικία 30,7 έτη, η Ελλάδα βρίσκεται στις τρεις τελευταίες θέσεις της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες νέοι καθυστερούν περίπου τέσσερα και πλέον χρόνια περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ να αυτονομηθούν, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη δημιουργία νοικοκυριού, τη γονιμότητα και την κοινωνική κινητικότητα. Τα στοιχεία για το 2024 επιβεβαιώνουν μια τάση που η Eurostat καταγράφει σταθερά την τελευταία δεκαετία: οι άνδρες φεύγουν αργότερα από τις γυναίκες σχεδόν σε όλα τα κράτη-μέλη, ενώ η Νότια Ευρώπη εμφανίζει συστηματικά μεγαλύτερες ηλικίες αποχώρησης.
Γιατί καθυστερεί η «έξοδος» από το πατρικό; Οι βασικοί παράγοντες
- Κόστος στέγασης & ενοικίων: Η στεγαστική επιβάρυνση των νέων είναι υψηλή σε πολλές χώρες, με ειδικά ρεπορτάζ και συγκριτικά στοιχεία να δείχνουν πως η αύξηση των ενοικίων/τιμών αγοράς συσχετίζεται με καθυστέρηση στην αυτονομία.
- Επισφάλεια και αμοιβές στην αγορά εργασίας: Η μερική απασχόληση, οι προσωρινές συμβάσεις και μισθολογικές πιέσεις δυσκολεύουν τη μετάβαση σε ανεξάρτητο νοικοκυριό.
- Πολιτισμικοί/οικογενειακοί παράγοντες: Σε νότιες και ανατολικές κοινωνίες, οι ισχυροί δεσμοί οικογένειας, αλλά και το λιγότερο αναπτυγμένο κράτος πρόνοιας για νέους ενισχύουν την καθυστέρηση.
Η ελληνική «ιδιαιτερότητα» σε αριθμούς
Τα ελληνικά μεγέθη ακολουθούν το μοτίβο «ακριβή στέγη, αργή αποχώρηση»: η μέση ηλικία αποχώρησης το 2024 ήταν 30,7 έτη, με την Ελλάδα να καταγράφεται στην «ουρά» μαζί με Κροατία (31,3) και Σλοβακία (30,9). Παράλληλα, δημοσιεύματα στην Ελλάδα που συνοψίζουν τα στοιχεία της Eurostat επισημαίνουν τη σύνδεση με τις υψηλές στεγαστικές επιβαρύνσεις των νέων.
Φύλο και ηλικία αποχώρησης: το σταθερό χάσμα
Η Eurostat έχει τεκμηριώσει επανειλημμένα ότι οι άνδρες αποχωρούν αργότερα από τις γυναίκες (σε επίπεδο ΕΕ), με διαφορά σχεδόν δύο ετών. Το μοτίβο αυτό παραμένει σε όλες τις χώρες, και συνδέεται με την εργασιακή κατάσταση, τις σπουδές και κοινωνικούς ρόλους. (Ενδεικτικά, για το 2022: άνδρες 27,3 έτη, γυναίκες 25,4).
Τι δείχνει η ευρωπαϊκή συζήτηση πολιτικής
Τα ίδια στοιχεία έχουν αναζωπυρώσει, σε όλη την ΕΕ, προτάσεις όπως:
- ενίσχυση προσιτής στέγης (στόχευση σε εισοδηματικά κριτήρια, «build-to-rent», φοιτητική στέγη),
- φορολογικά κίνητρα και επιδοτήσεις ενοικίου για νέους εργαζομένους,
- πολιτικές για σταθερότερη απασχόληση και αύξηση καθαρών μισθών στην αρχή της καριέρας.
Η συζήτηση αυτή τροφοδοτείται από την άνοδο των νέων εργαζόμενων 25-34 ετών που εξακολουθούν να ζουν με τους γονείς τους σε αρκετές χώρες, λόγω κόστους ζωής και στέγης.
Η Ελλάδα το 2024 εξακολουθεί να αποτελεί «αρνητικό παράδειγμα» στην Ευρώπη ως προς την ηλικία που οι νέοι εγκαταλείπουν το πατρικό τους. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο στατιστικό· είναι βαθιά κοινωνικοοικονομικό: συνδέεται με την προσιτή στέγη, τις αμοιβές των νέων και τις προοπτικές σταθερής απασχόλησης. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat δείχνουν μικρές βελτιώσεις στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά για τη χώρα μας απαιτούνται πιο στοχευμένες παρεμβάσεις — ειδικά στη στέγαση — αν θέλουμε η μετάβαση στην ενήλικη αυτονομία να πάψει να καθυστερεί συστηματικά πέρα από τα 30.