Απόσυρση προσωπικού των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή καθώς οι διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη καταρρέουν
Ουάσιγκτον/Μέση Ανατολή, Ιούνιος– Σε ένα δραματικό γύρισμα της γεωπολιτικής σκηνής, οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν την απομάκρυνση μη απαραίτητου διπλωματικού και στρατιωτικού προσωπικού από κρίσιμες περιοχές της Μέσης Ανατολής. Η κίνηση αυτή, αν και χαρακτηρίζεται ως “προληπτική”, έρχεται σε μια στιγμή που οι συνομιλίες με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης και οι στρατιωτικές απειλές κλιμακώνονται.
Η κλιμάκωση της έντασης
Το τελευταίο διάστημα, οι διαπραγματεύσεις που διεξάγονταν ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν —με ενδιάμεσο ρόλο από το Ομάν και άλλους Ευρωπαίους παράγοντες— φαίνεται πως έχουν βαλτώσει. Αμερικανικές πηγές εκτιμούν ότι η Τεχεράνη έχει αυξήσει το επίπεδο εμπλουτισμού ουρανίου στο 60%, πλησιάζοντας το όριο για την κατασκευή πυρηνικού όπλου. Αυτό από μόνο του έχει δημιουργήσει τεράστιο προβληματισμό στην Ουάσιγκτον, καθώς και στο Ισραήλ, το οποίο φέρεται να έχει προετοιμάσει στρατιωτικό σχέδιο πλήγματος σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Παράλληλα, ο Ιρανός Υπουργός Άμυνας εξέδωσε σκληρές δηλώσεις, προειδοποιώντας ότι σε περίπτωση “εχθρικής ενέργειας”, το Ιράν είναι έτοιμο να χτυπήσει αμερικανικές βάσεις στη Μέση Ανατολή, περιλαμβανομένων εγκαταστάσεων σε Ιράκ, Μπαχρέιν και Κατάρ. Οι δηλώσεις αυτές δεν είναι απλές ρητορικές: οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρουν αυξημένη δραστηριότητα μονάδων της Φρουράς της Επανάστασης, καθώς και αποστολή πυραυλικών συστημάτων σε παράκτιες ζώνες.
Μπροστά σε αυτή την αλυσίδα γεγονότων, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε την αποχώρηση του “μη απαραίτητου προσωπικού” από τις πρεσβείες των ΗΠΑ στο Ιράκ, το Κουβέιτ και το Μπαχρέιν. Παράλληλα, δόθηκε εντολή για την απομάκρυνση οικογενειών στρατιωτών από βάσεις, ιδίως από το Al Udeid στο Κατάρ και την Al Asad στο δυτικό Ιράκ.
Ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ τόνισε πως η απόφαση λήφθηκε “για προληπτικούς λόγους”, αλλά υπονόησε ότι οι απειλές που εκτοξεύει το Ιράν δεν θεωρούνται απλές φραστικές επιθέσεις. Το Πεντάγωνο αρνήθηκε να σχολιάσει επιχειρησιακά σχέδια, αλλά ανέστειλε δημόσιες εμφανίσεις του διοικητή του CENTCOM, γεγονός που υποδηλώνει ενεργή προετοιμασία για ενδεχόμενο πλήγμα.
Παγκόσμιες συνέπειες
Η κρίση έχει ήδη αντίκτυπο στο διεθνές σκηνικό. Οι τιμές του πετρελαίου τύπου Brent ανέβηκαν πάνω από 5% μέσα σε 48 ώρες, ξεπερνώντας τα 94 δολάρια/βαρέλι, καθώς επενδυτές ανησυχούν για ενδεχόμενη διακοπή της διέλευσης τάνκερ μέσω των Στενών του Ορμούζ. Το Ηνωμένο Βασίλειο εξέδωσε προειδοποίηση προς τα πλοία του να βρίσκονται σε ύψιστο συναγερμό, ενώ η Γαλλία ανέστειλε προγραμματισμένες διπλωματικές αποστολές στο Ιράκ και το Ιράν.
Η αποδυνάμωση της αμερικανικής παρουσίας στις εν λόγω περιοχές, έστω και προσωρινή, έχει επίσης διπλωματικό βάρος, καθώς υποδηλώνει αλλαγή στάσης: από την επίμονη προσπάθεια διαλόγου, σε προετοιμασία ενδεχόμενης σύγκρουσης.
Πηγές αναφέρουν ότι υπάρχει ακόμη παράθυρο για την επανεκκίνηση των συνομιλιών μέσω του Ομάν, ωστόσο η αβεβαιότητα είναι διάχυτη. Η Τεχεράνη απαιτεί πλήρη άρση των κυρώσεων για να μειώσει την πυρηνική της δραστηριότητα, κάτι που η Ουάσιγκτον θεωρεί απαράδεκτο χωρίς έλεγχο και παραχωρήσεις από την ιρανική πλευρά.
Ταυτόχρονα, η Ουάσιγκτον συνεχίζει να στέλνει ενισχύσεις σε βάσεις σε Ιορδανία και Σαουδική Αραβία — γεγονός που υποδηλώνει ότι, παρά τις διπλωματικές δηλώσεις, η προετοιμασία για στρατιωτική εμπλοκή είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Η Μέση Ανατολή βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο της παγκόσμιας έντασης. Η απόφαση των ΗΠΑ να αποσύρουν προσωπικό δεν είναι απλώς διοικητική – είναι ένα ξεκάθαρο σήμα συναγερμού. Με τις συνομιλίες να καταρρέουν και τις απειλές να εντείνονται, η προοπτική σύγκρουσης ΗΠΑ–Ιράν δεν είναι πλέον υποθετική αλλά απολύτως ρεαλιστική. Οι επόμενες εβδομάδες ίσως καθορίσουν όχι μόνο το μέλλον των αμερικανο-ιρανικών σχέσεων, αλλά και την ευρύτερη σταθερότητα της περιοχής.