Η τραγωδία στα Τέμπη σημάδεψε βαθιά την ελληνική κοινωνία. Πενήντα επτά ζωές χάθηκαν άδικα, και η υπόθεση της σύμβασης 717, που σχετιζόταν με την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών, μπήκε στο στόχαστρο τόσο της ελληνικής δικαιοσύνης όσο και των ευρωπαϊκών θεσμών. Η Εισαγγελέας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, Πόπη Παπανδρέου, ανέλαβε την υπόθεση με έντονη αποφασιστικότητα, αποκαλύπτοντας σοβαρές παραλείψεις, πιθανές απάτες και ενδείξεις χρηματικών καταχρήσεων.
Σήμερα όμως, έρχεται στο φως μια συνταρακτική αποκάλυψη: υπήρξε απόπειρα αφαίρεσης της δικογραφίας από την Ευρωπαία Εισαγγελέα, ώστε να δοθεί σε άλλο εισαγγελικό πρόσωπο, τον καθηγητή Μπακαΐμη, γεγονός που εγείρει τεράστια ερωτήματα για την ανεξαρτησία της έρευνας και την ενδεχόμενη πολιτική πίεση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Το χρονικό της αποκάλυψης
Η αποκάλυψη ήρθε στο φως μέσα από δημοσιογραφικές έρευνες που ανέδειξαν πως επιχειρήθηκε να αφαιρεθεί ο φάκελος της υπόθεσης 717 από την Πόπη Παπανδρέου, η οποία χειρίζεται την έρευνα για πιθανή κακοδιαχείριση και κατάχρηση ευρωπαϊκών κονδυλίων. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, υπήρξε προσπάθεια η δικογραφία να περάσει στα χέρια του εισαγγελέα Μπακαΐμη, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στο γραφείο του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος με προηγούμενη γνωμοδοτική σχέση στο Υπουργείο Μεταφορών.
Αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες, πρόκειται για πρωτοφανή ενέργεια παρέμβασης σε ευρωπαϊκή δικαστική αρχή. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) έχει την πλήρη αρμοδιότητα να ερευνά εγκλήματα κατά του οικονομικού συμφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης — γεγονός που σημαίνει ότι η απόπειρα μεταβίβασης της δικογραφίας δεν ήταν μόνο πολιτικά αμφιλεγόμενη, αλλά και νομικά προβληματική.
Η περίφημη σύμβαση 717 υπεγράφη το 2014 με σκοπό την εγκατάσταση συστημάτων σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης στον ελληνικό σιδηρόδρομο. Ένα έργο αξίας δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ που έμεινε ανολοκλήρωτο ή υπολειτουργικό για σχεδόν μια δεκαετία. Παρά τις παρατάσεις και τις συνεχείς πληρωμές, το έργο δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως, συμβάλλοντας καθοριστικά στην αδυναμία αποτροπής του δυστυχήματος στα Τέμπη.
Η Εισαγγελέας Παπανδρέου έχει ασκήσει διώξεις εναντίον δεκάδων προσώπων — πρώην στελεχών της ΕΡΓΟΣΕ, εκπροσώπων αναδόχων εταιρειών, αλλά και κρατικών λειτουργών. Μεταξύ αυτών και ονόματα υψηλού κύρους στον πολιτικό και τεχνικό κόσμο. Τα στοιχεία που συνέλεξε περιλαμβάνουν τιμολόγια χωρίς εκτέλεση εργασιών, παραποιημένα πρωτόκολλα παραλαβής και εσωτερικές επιστολές που δείχνουν επίγνωση της κατάστασης.
Η πολιτική διάσταση και οι σκιές
Η αποκάλυψη για την επιχείρηση αφαίρεσης της δικογραφίας δημιουργεί εύλογες υποψίες ότι επιχειρείται πολιτικός έλεγχος της έρευνας. Η EPPO είχε ήδη ζητήσει την άρση της ασυλίας πρώην υπουργών Μεταφορών, όπως των κυρίων Καραμανλή και Σπίρτζη. Ωστόσο, το ελληνικό κοινοβούλιο δεν συναίνεσε, επικαλούμενο την εθνική αρμοδιότητα. Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν εντάσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και της ελληνικής κυβέρνησης, με την πρώτη να καταγγέλλει θεσμικά εμπόδια στην πορεία της έρευνας.
Πλέον, η φημολογούμενη απόπειρα μεταφοράς της δικογραφίας σε Έλληνα εισαγγελέα, προκαλεί έντονη ανησυχία για πιθανή συγκάλυψη ή τουλάχιστον για απώλεια της ανεξαρτησίας στην κρίσιμη φάση της διερεύνησης. Η κίνηση αυτή δεν ήταν τυπική ούτε σύμφωνη με τα πρωτόκολλα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, γεγονός που ενδέχεται να προκαλέσει νέες παρεμβάσεις από ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η υπόθεση αναμένεται να πυροδοτήσει νέο κύκλο πολιτικών και θεσμικών αντιπαραθέσεων. Αν επιβεβαιωθεί από επίσημες πηγές ότι υπήρξε απόπειρα “αφαίρεσης” της δικογραφίας από την Πόπη Παπανδρέου, είναι πιθανό να υπάρξει ευρωπαϊκή παρέμβαση. Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκφράσει την ανησυχία της για τη διαχείριση της υπόθεσης Τεμπών και παρακολουθεί στενά την εξέλιξη της δικαστικής διερεύνησης.
Επιπλέον, η κοινή γνώμη παραμένει σε εγρήγορση. Οι συγγενείς των θυμάτων, οργανώσεις πολιτών και πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούν διαφάνεια και απόδοση ευθυνών. Το αίτημα για ανεξάρτητη και απρόσκοπτη διερεύνηση δεν έχει υποχωρήσει — αντιθέτως, ενισχύεται από αποκαλύψεις σαν τη σημερινή.
Η υπόθεση της σύμβασης 717 δεν είναι απλώς ένα ακόμη κεφάλαιο μιας διαχειριστικής αποτυχίας του ελληνικού κράτους. Είναι ένα παράθυρο στο πώς λειτουργεί (ή αποτυγχάνει να λειτουργήσει) το θεσμικό και δικαστικό πλαίσιο της χώρας, όταν διακυβεύονται συμφέροντα εκατομμυρίων και όταν ο ανθρώπινος πόνος απαιτεί δικαιοσύνη.
Η αποκαλυπτική προσπάθεια μεταβίβασης της δικογραφίας από την Εισαγγελέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνει πως η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δοκιμάζεται. Το ερώτημα πλέον δεν είναι μόνο ποιος φταίει, αλλά και ποιος επιχειρεί να ελέγξει το αφήγημα, να ορίσει ποιος θα ερευνά και τι θα αποκαλυφθεί. Κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό απ’ όλα.