Η συζήτηση για τα Τέμπη έχει πλέον αποκτήσει σαφή ευρωπαϊκή διάσταση. Στις 24–25 Σεπτεμβρίου ελληνικά μέσα και αναρτήσεις ευρωβουλευτών γνωστοποίησαν ότι η Επιτροπή Αναφορών (PETI) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποφάσισε την πραγματοποίηση αποστολής διαπίστωσης πραγματικών περιστατικών στην Αθήνα με αντικείμενο τις καταγγελίες για την τραγωδία και την πορεία της διερεύνησης. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο προγραμματισμός τοποθετείται για το 2026, χωρίς ακόμη αναρτημένη επίσημη ημερομηνία από τα όργανα του ΕΚ.
Το ενδιαφέρον της PETI δεν προέκυψε εν κενώ. Από το καλοκαίρι του 2025, διαδοχικά έγγραφα-«Notice to Members» της Επιτροπής Αναφορών καταγράφουν νέες και παλαιότερες αναφορές πολιτών για τα Τέμπη, θέτοντας ζητήματα ασφάλειας σιδηροδρόμων και χρήσης ευρωπαϊκών κονδυλίων. Σε έγγραφο της 6 Αυγούστου 2025 (PE 776.770) το θέμα συνοψίζεται ως «investigation on the train collision at Tempi… and the safety and EU funding of Greek railway», ενώ σε δύο ειδοποιήσεις της 29 Ιουλίου 2025 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει εγγράφως την PETI ότι στις 16 Δεκεμβρίου 2024 άνοιξε διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας για μη ορθή μεταφορά/εφαρμογή της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 περί ασφάλειας σιδηροδρόμων και ότι η ERA (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Σιδηροδρόμων) έχει ήδη καταγράψει συστημικές ελλείψεις, υποστηρίζοντας την Ελλάδα με σχέδιο δράσης και πρόγραμμα κατάρτισης. Τα έγγραφα αυτά κατατείνουν ότι, ανεξάρτητα από την αποστολή της PETI, τρέχει παράλληλη θεσμική πίεση μέσω της Κομισιόν.
Η ευρωπαϊκή «σκηνή» για τα Τέμπη είχε ήδη στηθεί από την Ολομέλεια του ΕΚ τον Ιούνιο του 2025, όπου συζητήθηκε το θέμα υπό τον τίτλο «Two years since the devastating Tempi rail accident» (διαδικασία 2025/2698(RSP)). Στις σχετικές σελίδες του Παρατηρητηρίου Διαδικασιών (OEIL) φαίνεται ότι πρόκειται για ψήφισμα επί επίκαιρων θεμάτων που ολοκληρώθηκε, ενώ η φωτογραφική κάλυψη και το ημερολόγιο της υπηρεσίας Τύπου του ΕΚ επιβεβαιώνουν το πολιτικό βάρος που του αποδόθηκε. Η δημόσια συζήτηση εκεί αναδείκνυε τα «πολλά αναπάντητα ερωτήματα», με έμφαση στα συστήματα ασφαλείας και τη λογοδοσία.
Στο ποιόν και την αποστολή της επικείμενης αντιπροσωπείας: τυπικά, οι αποστολές της PETI είναι fact-finding missions. Συναντούν κυβερνητικούς και ανεξάρτητους φορείς (υπουργεία, ρυθμιστικές/ελεγκτικές αρχές, την Αρχή Διερεύνησης Αεροπορικών & Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων), επιχειρήσεις/παρόχους (ΟΣΕ/ΕΡΓΟΣΕ, Hellenic Train), κοινωνικούς εταίρους και –ιδιαίτερα κρίσιμο– τους αναφέροντες και τις οικογένειες των θυμάτων. Καταγράφουν τα πραγματικά δεδομένα, ελέγχουν την αξιοποίηση των πόρων της ΕΕ (σήμανση, τηλεδιοίκηση, ETCS), συσχετίζουν με ανοιχτές διαδικασίες της Κομισιόν και στο τέλος υποβάλλουν έκθεση με συμπεράσματα και συστάσεις. Η θεματική «ασφάλεια/κονδύλια» στα επίσημα έγγραφα PETI του 2025 αποκαλύπτει ότι αυτό θα είναι αναμενόμενα το «σκληρό πυρήνα» της ατζέντας.
Είναι σημαντικό να τοποθετηθεί χρονικά η εικόνα: σήμερα, 26 Σεπτεμβρίου (Ευρώπη/Αθήνα), καμία επίσημη ανάρτηση πρακτικών ή απόφασης με δεσμευτική ημερομηνία δεν έχει δημοσιευθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όμως, η πολιτική έγκριση για αποστολή έχει ανακοινωθεί δημόσια από ευρωβουλευτές και μεταφερθεί στον Τύπο, ενώ αναφέρεται ρητά ότι η επίσκεψη στοχεύεται για το 2026. Το γεγονός ερμηνεύεται ως φυσιολογική υστέρηση μεταξύ πολιτικής απόφασης και πρακτικής οργάνωσης (σύνθεση αντιπροσωπείας, πρόγραμμα επαφών, άδειες/πρωτόκολλα).
Το ευρύτερο πλαίσιο περιλαμβάνει δύο ακόμη εξελίξεις που ενισχύουν το ενδιαφέρον των Βρυξελλών. Πρώτον, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) ανακοίνωσε στις 28 Μαΐου 2025 επιπλέον κατηγορίες σε 16 υπόπτους για αδικήματα σχετιζόμενα με συμβάσεις ανάταξης τηλεδιοίκησης/σηματοδότησης στο ελληνικό δίκτυο – ακριβώς τα έργα που, αν λειτουργούσαν, θα μείωναν ριζικά την ανθρώπινη ευπάθεια στο λάθος. Η EPPO διερευνά τυχόν απιστία/απάτη σε έργα συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ, με επίκεντρο συμβάσεις της ΕΡΓΟΣΕ. Δεύτερον, η δημόσια τοποθέτηση της Ευρωπαίας Εισαγγελέως Λάουρα Κοβέσι τον Αύγουστο 2025, όπως αποτυπώνεται σε σχετικό ρεπορτάζ, συνέδεσε ευθέως την διαφθορά και κακοδιαχείριση με την αποτυχία των έργων ασφαλείας στην Ελλάδα.
Στο ελληνικό εσωτερικό, το 2025 σημαδεύτηκε από πολιτικο-δικαστικές κινήσεις που συντηρούν το ζήτημα στην επικαιρότητα: στις 21 Ιουνίου 2025 η Βουλή αποφάσισε τη σύσταση προανακριτικής για τον πρώην υπουργό Μεταφορών, ενώ νωρίτερα, τον Μάρτιο, είχε συγκροτηθεί εξεταστική για ενδεχόμενες παρεμποδίσεις της διερεύνησης. Η Human Rights Watch χαιρέτισε τη θεσμική διερεύνηση, συνδέοντάς την με ευρύτερα ζητήματα κράτους δικαίου. Παράλληλα, οι οικογένειες των θυμάτων παραμένουν ενεργές με υπομνήματα και παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, ζητώντας πλήρη πρόσβαση στην αλήθεια (ενδεικτικά: συμπληρωματικό υπόμνημα στο Εφετείο Λάρισας στις 26 Σεπτεμβρίου 2025).
Με αυτά τα δεδομένα, τι αναμένεται να εξετάσει η αποστολή PETI στην Αθήνα; Πρώτα, την πορεία συμμόρφωσης της Ελλάδας με το ενωσιακό δίκαιο ασφαλείας, υπό το πρίσμα της εκκρεμούς διαδικασίας επί παραβάσει. Η Κομισιόν έχει κοινοποιήσει στην PETI ότι η Ελλάδα καταρτίζει Action Plan με τη συνδρομή της ERA· η αποστολή θα ζητήσει να δει χειροπιαστή πρόοδο (λειτουργία/πιστοποίηση συστημάτων, διαδικασίες, εκπαίδευση). Έπειτα, θα θελήσει να διασταυρώσει εάν και πώς αξιοποιήθηκαν τα ευρωπαϊκά κονδύλια στα επίμαχα έργα, ιδίως όπου υπάρχει παράλληλη ποινική/διοικητική διερεύνηση από την EPPO. Τρίτον, θα ακούσει καταγγελίες για ενδεχόμενες παρεμβάσεις στη διερεύνηση (ενδεικτικά, τα αιτήματα για εκταφές που απασχόλησαν έντονα την ελληνική δημόσια σφαίρα το Σεπτέμβριο), ώστε να αποτυπωθούν εμπόδια πρόσβασης στην αλήθεια. Τέλος, θα αναζητήσει θεσμικές εγγυήσεις μακροπρόθεσμης ασφάλειας (οργανωτική επάρκεια, ανεξαρτησία αρχών, ρυθμιστικές διαδικασίες).
Ένα κρίσιμο σημείο είναι τι μπορεί και τι δεν μπορεί να πετύχει η PETI. Η Επιτροπή Αναφορών δεν απονέμει δικαιοσύνη ούτε επιβάλλει κυρώσεις· παράγει όμως δημόσια πίεση και πολιτικές συστάσεις, που συνήθως τροφοδοτούν επιπλέον έλεγχο σε Ολομέλεια ή απευθύνονται ως ερωτήματα/αιτήματα προς την Κομισιόν. Εκεί, η «σκληρή ισχύς» είναι η infringement: αν η χώρα δεν αποκαταστήσει τις ελλείψεις ασφαλείας, η υπόθεση μπορεί να προχωρήσει σε αιτιολογημένη γνώμη και, εντέλει, σε παραπομπή στο ΔΕΕ. Η παράλληλη δράση της EPPO στα οικονομικά/συμβατικά σκέλη λειτουργεί συμπληρωματικά, ασκώντας ποινική πίεση για τις τυχόν κακοδιαχειρίσεις ευρωπαϊκών πόρων.
Η χρονολογία της αποστολής παραμένει το μεγάλο ερωτηματικό. Τα ρεπορτάζ μιλούν για 2026, ενώ ευρωβουλευτές της Αριστεράς τοποθετούν δημόσια το ίδιο έτος. Σε κάθε περίπτωση, έως την οριστικοποίηση ημερομηνιών και σύνθεσης, το πρόγραμμα επαφών στην Αθήνα (και ενδεχομένως στη Λάρισα/Τέμπη) θα συναρτηθεί με τη διαθεσιμότητα θεσμικών φορέων και με την πρόοδο που θα αναφέρει η Κομισιόν στην PETI για το ελληνικό «Action Plan». Η απόσταση μεταξύ πολιτικής απόφασης και υλοποίησης δεν είναι ασυνήθιστη στα ευρωπαϊκά κλιμάκια – ιδίως όταν συμπίπτει με πολυεπίπεδες δικαστικές/διοικητικές διαδικασίες.
Πέρα από την τεχνική πλευρά, υπάρχει ένα βαθύ πολιτικό και κοινωνικό υπόστρωμα. Η οδύνη των οικογενειών, οι μαζικές κινητοποιήσεις και η εμμονή στην ανάδειξη θεσμικών ελλειμμάτων (ανεξαρτησία αρχών, διαφάνεια στα έργα, πρόσβαση σε κρίσιμες ιατροδικαστικές πράξεις) έχουν ήδη επηρεάσει την ευρωπαϊκή ατζέντα. Σε αυτό το φόντο, η αποστολή της PETI λειτουργεί ως δοκιμασία αξιοπιστίας: για το ελληνικό κράτος, ως προς την αποκατάσταση της ασφάλειας και τη λογοδοσία· και για την ΕΕ, ως προς τη δυνατότητά της να διασφαλίζει ότι οι ευρωπαϊκοί κανόνες και τα ευρωπαϊκά χρήματα όντως σώζουν ζωές στις εθνικές υποδομές.