Η δίκη-ορόσημο που μπορεί να αλλάξει το μέλλον της εταιρικής ευθύνης στην ψηφιακή εποχή
Επτά χρόνια μετά την παγκόσμια κατακραυγή για την υπόθεση Cambridge Analytica – τη διαρροή προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών του Facebook για πολιτικούς σκοπούς – ο Mark Zuckerberg επιστρέφει στο προσκήνιο όχι ως απλός θεατής, αλλά ως πρωταγωνιστής μιας ιστορικής δίκης. Αυτή τη φορά, όμως, δεν τον αντιμετωπίζει το κοινό ή οι ρυθμιστικές αρχές, αλλά οι ίδιοι οι μέτοχοι της Meta, οι οποίοι διεκδικούν αποζημιώσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων, κατηγορώντας τον ίδιο και κορυφαία στελέχη της εταιρείας για αμέλεια, συγκάλυψη και παραβίαση του εταιρικού καθήκοντος. Η δίκη, που ξεκίνησε στις 16 Ιουλίου στο Delaware των ΗΠΑ, φέρει ήδη τον χαρακτήρα μιας καθοριστικής στιγμής για την εταιρική διακυβέρνηση και τη νομική ευθύνη στη Silicon Valley.
Η ουσία της υπόθεσης
Η αγωγή κατατέθηκε από μια ομάδα θεσμικών επενδυτών της Meta (πρώην Facebook), όπως ταμεία συνταξιοδότησης και μεγάλα fund, οι οποίοι υποστηρίζουν πως η διοίκηση της εταιρείας – και κυρίως ο Mark Zuckerberg – απέτυχε να προστατεύσει την εταιρεία και τους μετόχους της από τις συνέπειες του σκανδάλου Cambridge Analytica. Η υπόθεση επικεντρώνεται στην περίοδο 2010–2018, όταν η Meta φέρεται να επέτρεψε σε τρίτους, όπως η πολιτική εταιρεία Cambridge Analytica, να αποκτήσουν πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα έως και 87 εκατομμυρίων χρηστών, χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Οι ενάγοντες ισχυρίζονται πως ο Zuckerberg και τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου αδιαφόρησαν για τις υποδείξεις σχετικά με τη συμμόρφωση στις αρχές ιδιωτικότητας και εν τέλει ευθύνονται για τις τεράστιες οικονομικές ζημιές που υπέστη η Meta. Συγκεκριμένα, η αγωγή τους υποστηρίζει ότι η εταιρεία κατέβαλε περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα και εξωδικαστικούς συμβιβασμούς – μεταξύ αυτών και το περίφημο πρόστιμο των 5 δισ. δολαρίων από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) το 2019.
Η δίκη, που εξελίσσεται στο Chancery Court του Delaware – έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς εταιρικού δικαίου στις ΗΠΑ – δεν έχει ενόρκους και την τελική απόφαση θα λάβει η καγκελάριος Kathaleen McCormick, γνωστή από τη σύγκρουση με τον Elon Musk στην υπόθεση Twitter.
Στο εδώλιο των κατηγορουμένων, πέρα από τον Zuckerberg, βρίσκονται κορυφαία πρώην και νυν στελέχη της Meta, όπως η Sheryl Sandberg, ο επενδυτής Marc Andreessen, ο συνιδρυτής του PayPal Peter Thiel, ο πρώην CEO του Netflix Reed Hastings και ο Jeff Zients, που σήμερα είναι προσωπάρχης του Λευκού Οίκου.
Στην πρώτη μέρα της δίκης, ο καθηγητής Νομικής Neil Richards κατέθεσε εκ μέρους των μετόχων ότι η Facebook παρέσυρε το κοινό με ψευδείς και παραπλανητικές δηλώσεις περί προστασίας δεδομένων. Από την πλευρά της υπεράσπισης, ο Jeff Zients δήλωσε πως παρότι η ιδιωτικότητα ήταν σημαντικό θέμα για την εταιρεία, ο ίδιος ψήφισε υπέρ της επίλυσης με την FTC ώστε να προχωρήσει η Meta χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση ή επιπλοκές.
Ο ίδιος ο Zuckerberg αναμένεται να καταθέσει εντός των επόμενων ημερών, και οι μέτοχοι σχεδιάζουν να τον πιέσουν για το κατά πόσο γνώριζε – και ενδεχομένως απέκρυψε – την παραβίαση της συμφωνίας με την FTC του 2012. Αν αποδειχθεί ότι είχε γνώση και δεν ενήργησε, τότε μπορεί να θεωρηθεί προσωπικά υπεύθυνος για δισεκατομμύρια σε ζημίες.
Το πιο κρίσιμο στοιχείο αυτής της υπόθεσης είναι πως ενδέχεται να δημιουργήσει ένα νομικό προηγούμενο στην ευθύνη των μελών διοικητικών συμβουλίων μεγάλων εταιρειών. Αν το δικαστήριο αποφανθεί ότι τα μέλη του Δ.Σ. της Meta δεν άσκησαν επαρκώς τον εποπτικό τους ρόλο, θα ανοίξει ο δρόμος για παρόμοιες αγωγές σε άλλες εταιρείες τεχνολογίας και όχι μόνο.
Η δίκη θεωρείται η πιο σοβαρή εφαρμογή της νομικής θεωρίας “Caremark duty” – δηλαδή της υποχρέωσης των διευθυντών να παρακολουθούν ενεργά αν η εταιρεία συμμορφώνεται με τον νόμο. Μέχρι σήμερα, τέτοιες υποθέσεις σπανίως κερδίζονταν από μετόχους, όμως το κλίμα αλλάζει, και η υπόθεση Meta αποτελεί μια πιθανή στροφή στην αμερικανική νομολογία.
Η δίκη αναμένεται να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες. Το αποτέλεσμα της θα μπορούσε να κλονίσει τα θεμέλια της Meta και να επηρεάσει βαθιά τον τρόπο που λειτουργεί η εταιρική διακυβέρνηση στις ΗΠΑ. Η Meta, από την πλευρά της, υποστηρίζει πως έχει επενδύσει σημαντικά στην προστασία δεδομένων μετά το 2019 και ότι οι υπεύθυνοι τότε δεν γνώριζαν την πλήρη έκταση του προβλήματος.
Παράλληλα, η δίκη έχει ήδη πολιτικές και επιχειρηματικές συνέπειες: η Meta εξετάζει ακόμη και τη μεταφορά της νομικής της έδρας εκτός Delaware, ενώ πολλές άλλες εταιρείες αναμένουν την απόφαση για να καθορίσουν τις δικές τους νομικές στρατηγικές.
Η υπόθεση Zuckerberg και Cambridge Analytica δεν είναι απλώς ένα σκάνδαλο του παρελθόντος που επιστρέφει για να στοιχειώσει τους πρωταγωνιστές του. Είναι μια καμπή στον τρόπο με τον οποίο λογοδοτούν οι ηγέτες των τεχνολογικών κολοσσών για τις πράξεις – ή τις παραλείψεις – τους. Αν το δικαστήριο δικαιώσει τους μετόχους, το μήνυμα θα είναι σαφές: η εποχή της ατιμωρησίας στην ψηφιακή διακυβέρνηση ίσως πλησιάζει στο τέλος της.
Μέχρι τότε, το βλέμμα της παγκόσμιας επιχειρηματικής κοινότητας είναι στραμμένο στο Delaware, όπου παίζεται το μέλλον όχι μόνο της Meta, αλλά και της ίδιας της ευθύνης στην εποχή των δεδομένων.