Η πρόσφατη ανακοίνωση του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, για την επιβολή εκτεταμένων δασμών σε εισαγόμενα αγαθά έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Οι δασμοί περιλαμβάνουν 20% στα προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 10% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, με στόχο, σύμφωνα με τον Τραμπ, την προστασία της αμερικανικής βιομηχανίας και την εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου.
Αντίδραση της Ευρώπης
Ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, χαρακτήρισε τους δασμούς “βίαιους και αδικαιολόγητους” και κάλεσε τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες να αναστείλουν τις επενδύσεις τους στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι να υπάρξει σαφήνεια στην κατάσταση. Επιπλέον, πρότεινε τη χρήση του μηχανισμού κατά της καταναγκαστικής επιβολής, ενός εργαλείου της ΕΕ για την προστασία του εμπορίου της.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, καταδίκασε την απόφαση των ΗΠΑ, δηλώνοντας ότι αποτελεί “σοβαρό πλήγμα για την παγκόσμια οικονομία” και ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να απαντήσει.
Επιπτώσεις στις επενδύσεις και τις αγορές
Οι δασμοί έχουν προκαλέσει ανησυχίες για την επιβράδυνση των συγχωνεύσεων και εξαγορών (M&A), με συμβούλους να προειδοποιούν ότι η αβεβαιότητα και ο αυξημένος κίνδυνος θα αποθαρρύνουν τις μεγάλες συμφωνίες. Οι χρηματοοικονομικές αγορές αντέδρασαν αρνητικά, με τον δείκτη Dow Jones να υποχωρεί κατά 1.200 μονάδες και τους επενδυτές να ανησυχούν για πιθανή παγκόσμια ύφεση.
Η ΕΕ εξετάζει διάφορες επιλογές για αντίποινα, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής δασμών σε αμερικανικά προϊόντα και υπηρεσίες, όπως οι ψηφιακές υπηρεσίες. Η ενότητα μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ θεωρείται κρίσιμη για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κατάστασης, ενώ οι διπλωματικές προσπάθειες συνεχίζονται για την αποφυγή κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου.
Συνολικά, οι δασμοί του Προέδρου Τραμπ έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα αβεβαιότητας και έντασης στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις, με την Ευρώπη να αναζητά τρόπους προστασίας των οικονομικών της συμφερόντων και τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας να τίθεται υπό αμφισβήτηση.